Ουλίτιδα είναι η φλεγμονή των ούλων που οφείλεται στα μικρόβια που αθροίζονται στην περιοχή μεταξύ δοντιών και ούλων.

Ο πληθυσμός των μικροβίων αυξάνεται σε περιπτώσεις μη στοματικής υγιεινής, κακότεχνων αποκαταστάσεων (σφραγίσματα, στεφάνες), τερηδονισμένων δοντιών. Τα μικρόβια αυτά παράγουν ουσίες που προκαλούν ουλίτιδα, η οποία εκδηλώνεται με τη μορφή ερυθρών ούλων που αιμορραγούν (αυτόματα ή στο βούρτσισμα) και διάχυτου ήπιου πόνου.


Περιοδοντίτιδα ορίζεται η λοίμωξη που έχει ως αποτέλεσμα τη φλεγμονή των ιστών που περιβάλλουν τα δόντια, με συνέπεια την απώλεια πρόσφυσης των ούλων στα δόντια, την απώλεια φατνιακού οστού και ως επακόλουθο αυτών, το σχηματισμό περιοδοντικών θυλάκων και/ή υφίζησης (υποχώρησης) των ούλων. Η συχνότητα είναι μεγαλύτερη στους ενήλικες και η εξέλιξη είναι βραδεία, χωρίς να αποκλείονται περίοδοι ταχείας καταστροφής.

Η εμφάνιση της περιοδοντίτιδας οφείλεται στη μικροβιακή πλάκα (η σύστασή της ποικίλλει στις διάφορες περιοχές του ιδίου στόματος ή ανάμεσα σε διαφορετικούς ασθενείς), με την αντίδραση του ξενιστή όμως να επηρεάζει την παθογένεια και την εξέλιξη της νόσου.


Θεραπεία Περιοδοντίτιδας

Η θεραπεία της Περιοδοντίτιδας εξαρτάται από το μέγεθος της βλάβης που έχει γίνει στους ιστούς που στηρίζουν τα δόντια.

Στα πρώτα στάδια της νόσου, η θεραπεία είναι συντηρητική, δηλαδή αποτρύγωση και ριζική απόξεση (αφαίρεση όλων των εναποθέσεων στην επιφάνεια του δοντιού, αλλά και στη λείανση της επιφάνειας της ρίζας) κάτω από το επίπεδο των ούλων.

Τοπική αναισθησία χρησιμοποιείται πολλές φορές για να περιοριστεί η δυσανεξία. Χρησιμοποιούνται ειδικά ξέστρα και συσκευή υπερήχων.

Στόχος είναι να απομακρυνθούν οι αποικίες των μικροβίων, ώστε να μπορέσουν τα ούλα να «κολλήσουν» πάνω στο δόντι και να εξαλειφθούν οι θύλακοι.

Σε πιο προχωρημένα στάδια (όταν παραμένουν οι βαθείς θύλακοι), μπορεί εκτός από τη συντηρητική θεραπεία να χρειαστεί και χειρουργική, που στόχο έχει την ανάπλαση των περιοδοντικών ιστών, αλλά και την αλλαγή της αρχιτεκτονικής των ούλων γύρω από τα δόντια, έτσι ώστε να πετύχουμε την εξάλειψη των περιοδοντικών θυλάκων.

Στόχος της θεραπείας είναι να σταματήσει η καταστροφή το περιοδοντίου και να διατηρηθούν όσο το δυνατόν περισσότερα δόντια στο στόμα.

Απαραίτητος κρίνεται ο επανέλεγχος ανά 4 – 6 μήνες, για τη διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος.


Περιοδοντίτιδα - Καρδιαγγειακά Νοσήματα

Τα περιοδοντοπαθογόνα βακτήρια (κυρίως Gram (-) που ανιχνεύονται στους περιοδοντικούς θυλάκους) περιέχουν διάφορους λοιμογόνους παράγοντες.

Τα gram (-) μικρόβια, μπαίνοντας στην κυκλοφορία θα μπορούσαν να συμμετέχουν στη δημιουργία αθηροσκληρυντκών βλαβών.

Η αποκόλληση των βλαβών αυτών μπορεί να οδηγήσει σε θρομβοεμβολή.


Περιοδοντίτιδα - Σακχαρώδης Διαβήτης

Ο διαβήτης μειώνει την αντίσταση του οργανισμού στις λοιμώξεις και τις φλεγμονές, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης περιοδοντικών παθήσεων.
Αυτό φαίνεται να ισχύει ιδιαίτερα σε διαβητικούς, που δεν διατηρούν σε φυσιολογικά επίπεδα τη γλυκόζη στο αίμα. Θεωρείται επομένως ότι οι νόσοι του περιοδοντίου είναι μια από τις πιθανές επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη.
Φαίνεται ότι σωστά ρυθμισμένοι (διαιτολογικά - φαρμακευτικά) διαβητικοί έχουν παραπλήσιο κίνδυνο ανάπτυξης περιοδοντίτιδας με τα υγιή άτομα και ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στην περιοδοντική θεραπεία.
Επιπλέον, έρευνες έχουν δείξει ότι η θεραπεία της περιοδοντίτιδας και η καθημερινή άριστη στοματική υγιεινή βοηθά στη βελτίωση του ελέγχου του σακχάρου στο αίμα (σε συνδυασμό με ελεγχόμενο διαιτολόγιο).
Τα παραπάνω δείχνουν μια αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στο σακχαρώδη διαβήτη και την περιοδοντική νόσο.

Περιοδοντίτιδα - Κάπνισμα

Οι καπνιστές παρουσιάζουν μικρότερο βαθμό φλεγμονής στα ούλα (σχεδόν φυσιολογικό χρώμα), λόγω αγγειοσύσπασης στην περιοχή από το κάπνισμα.

Όσον αφορά στην περιοδοντίτιδα, μελέτες δείχνουν ισχυρή σχέση ανάμεσα στο κάπνισμα και την εμφάνιση και εξέλιξη στη φλεγμονή των περιοδοντικών ιστών.

Έτσι, οι καπνιστές συγκρινόμενοι με τους μη καπνιστές έχουν τριπλάσια πιθανότητα ανάπτυξης περιοδοντίτιδας και υποδεέστερη επούλωση και ανταπόκριση στη θεραπεία.


Ουλίτιδα - Εγκυμοσύνη

Η «ουλίτιδα κύησης» είναι όρος που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την έντονη φλεγμονή που παρουσιάζεται στα ούλα των εγκύων μετά τον 2ο μήνα, επιδεινώνεται έως τον 8ο μήνα και υποχωρεί σταδιακά μετά τον τοκετό.

Όχι σπάνια, τα ούλα διογκώνονται (όγκοι κύησης) και αυξάνονται σε διαστάσεις που μπορεί να καλύπτουν τμήμα δοντιού και να δυσκολεύουν τη μάσηση.

Όλες αυτές οι μεταβολές στα ούλα πιθανόν οφείλονται στη μεταβολή της χλωρίδας του στόματος, στην αύξηση των ορμονών και στις μεταβολές του αμυντικού μηχανισμού της εγκύου. Επιβάλλεται επομένως η άριστη στοματική υγιεινή, για να αποτραπεί η εμφάνιση ή να περιοριστεί η σοβαρότητα της ουλίτιδας.

Τα αντισυλληπτικά νεότερης γενιάς περιέχουν χαμηλότερα επίπεδα ορμονών, χωρίς να χάνουν τη δραστικότητά τους.